ιωδοφόρμιο

ιωδοφόρμιο
Οργανική ένωση του τύπου CHI3 (τριϊωδομεθάνιο). Είναι κίτρινο στερεό σώμα, με διαπεραστική οσμή, αδιάλυτο στο νερό, διαλυτό στους οργανικούς διαλύτες και έχει σημείο τήξης 119°C. Παρασκευάζεται με επίδραση ιωδίου και αλκαλίου σε θερμή αλκοόλη ή ακετόνη, ενώ κατά την παρασκευή προστίθεται υποχλωριώδες νάτριο για να χρησιμοποιηθεί όλο το ιώδιο, γιατί χωρίς αυτό περίπου η μισή ποσότητά του μετατρέπεται σε ιωδιούχο άλας. Παρασκευάζεται επίσης με ηλεκτρολυτική μέθοδο, κατά την οποία ηλεκτρικό ρεύμα διαπερνά διάλυμα που περιέχει ΚΙ, Nα2CO3 και αλκοόλη, σε θερμοκρασία γύρω στους 65°C. Το ι. έχει αντισηπτικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται με τη μορφή αλοιφής σε μολύνσεις και φλεγμονές.
* * *
το
χημ. κίτρινη κρυσταλλική στερεά ουσία με χαρακτηριστική οσμή, χρήσιμη στη φαρμακευτική ως αντισηπτικό.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ιωδοφόρμιο — το κίτρινη κρυσταλλική σκόνη που χρησιμοποιείται ως αντισηπτικό φάρμακο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ηλεκτροχημεία — Το τμήμα της χημείας (ή ακριβέστερα της φυσικοχημείας) που αφορά τη χημική και ηλεκτρική συμπεριφορά των ηλεκτρολυτικών διαλυμάτων (βλ. λ. ηλεκτρόλυση). Πιο γενικά, στον όρο η. συμπεριλαμβάνονται όλες οι αντιδράσεις μεταξύ χημικής και ηλεκτρικής… …   Dictionary of Greek

  • τριιωδομεθάνιο — το, Ν χημ. συστηματική ονομασία τής χημικής ένωσης ιωδοφόρμιο …   Dictionary of Greek

  • φθοριοφόρμιο — το (χημ.), αέριο ανάλογο προς το χλωροφόρμιο, που γίνεται από ιωδοφόρμιο και φθοριούχο άργυρο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”